top of page

Η φημισμένη κύπρια μουσικός κ. Αλέξια Βασιλείου αποτελεί μια από τους χιλιάδες πρόσφυγες της Κύπρου. Την προσκαλέσαμε να μας παραχωρήσει μια μικρή συνέντευξη. Αποδέχτηκε την πρόσκλησή μας με μεγάλη χαρά και προθυμία και γι' αυτό την ευχαριστούμε θερμά! 

det_alexia (1).jpg

Από ποιο μέρος της Κύπρου είστε;

Γεννήθηκα στην Αμμόχωστο

Μπορείτε να μας περιγράψετε με λίγα λόγια τον τόπο σας;

Η Αμμόχωστος ήταν μιά πόλη μαγευτική, γεμάτη από Πολιτισμό και από τα ωραιότερα Πολιτιστικά δρώμενα: Κλασσική μουσική, μουσικούς, Τέχνη, ζωγράφους, ποιητές, θέατρα, συναυλίες. 

Πόσες φορές κάνετε νοερά μια αγαπημένη σας διαδρομή στην πόλη που γεννηθήκατε;

Μέσα στην κάθε ημέρα, την σκέπτομαι και την φαντάζομαι πολλές φορές. Είναι σαν ένα μέρος ενός γνώριμου παζλ που ποτέ ποτέ δεν σε κάνει να πλήττεις. Μέρος μίας κατεύθυνσης που σε οδηγεί στο ίδιο σημείο και επειδή το γνωρίζεις, εμπιστεύεσαι το ένστικτο σου και την ίδια τη γνώση και κάθε μέρα οδηγείσαι στον προορισμό σου από όποιο καινούργιο μέρος επιλέξεις. Η δε πορεία έχει πάντα το ίδιο μυστήριο, ασκεί πάντα την ίδια γοητεία και μου δημιουργεί πάντα την ίδια περιέργεια να ανακαλύψω ένα και μετά ακόμα ένα καινούργιο τμήμα της το οποίο δεν ήξερα μέχρι πριν λίγο, πόση ανάγκη το είχα μέχρι τη στιγμή εκείνη. Ανακαλύπτοντας δε το κάθε τμήμα μαζί με αυτό ανακαλύπτω και μέρος της Αυθεντικότητας μου. Ανακαλύπτω ένα - ένα όλα της τα κομμάτια και τα βάζω στην θέση τους. Έτσι με γνωρίζω ή με θυμούμαι. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αισθάνομαι πληρότητα. Μετά νοιώθω ότι ανήκω, άρα ότι έχω δύναμη να βοηθήσω και άλλους γύρω μου, ουσιαστικά, το οποίο αυτό είναι και η ουσία της ύπαρξης μας: να προσφέρουμε βοήθεια όπου χρειάζεται.


Τι θυμάστε από εκείνη τη μέρα της φυγής σας;

Ήχους, εκκωφαντικούς, φόβο τεράστιο, τον ήχο από τα αεροπλάνα όταν μας έριχναν τις βόμβες, και φόβο. Φόβο. Θα σταματήσει ποτέ αυτό..; Θα επιβιώσουμε; Που είναι ο μπαμπάς μου; Πολεμάει κάπου εδώ κοντά στο περβόλι του Ταμπούρλα, μας είπε κάποιος. Λείπει μέρες; Μα που να είναι;!

Γίνεται Πραξικόπημα. Είναι καλοκαίρι, κάθομαι στην βεράντα μας και ακούω Μουσική από το ραδιόφωνο. Εκείνη την ώρα ακούγεται το Έκτακτο ανακοινωθέν. Μα τι γίνεται; Όλοι οι πολίτες στα σπίτια τους. Ο μπαμπάς μου άργησε να έρθει. Άργησε πολύ. Ευτυχώς επέστρεψε στο σπίτι. Φεύγουμε. 


Πού έμεινε η οικογένειά σας μετά την προσφυγιά;

Στην Λάρνακα στην γενέτειρα της γιαγιάς μου μητέρας της μητέρας μου.


Γνωρίζοντας το video που δημιουργήσατε από την «επιστροφή» σας στον τόπο σας και το σπίτι
σας, πως νιώσατε;

Οι άνθρωποι που τώρα ζουν εκεί, είναι τόσο καλοί άνθρωποι. Πάντα με καλοδέχονται με αγάπη. Όταν μπαίνω από την πόρτα του γκαράζ, πάντα κλαίω με λυγμούς. Η καλοσύνη τους με ηρεμεί. Πάντα μου δείχνουν το σπίτι μου πως είναι μέσα. Με κάθε βήμα πιάνεται η ψυχή μου. Που θυμάμαι την γιαγιά μου τον παππού μου, τα πάρτυ μας. Στην θέση που κοιμόμουν εγώ όταν ήμουν μωρό, εκεί που ήταν το κρεββάτι μου, τώρα κοιμάται ο εγγονός των καλών αυτών ανθρώπων των Τουρκο-Κυπρίων ο οποίος είναι επίσης μουσικός, είναι βιολιστής! Πόση συγκίνηση ένοιωσα όταν το διαπίστωσα. Δύο μουσικοί κοιμούνται στην ίδια πλευρά του ιδίου δωματίου, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, χωρισμένοι από ένα πόλεμο, μιά εισβολή και μια άλωση μιάς υπέροχης πόλης, συνδεδεμένοι χωρίς καν να έχουμε ποτέ ειδωθεί, διά μέσου της Μουσικής. Η εμπειρία της επίσκεψης μου κάθε φορά είναι συγκλονιστική. Κάθε βήμα 10 αναμνήσεις, κάθε ανθός γιασεμιού με την ευωδία του με μεταφέρει στον χρόνο και με θεραπεύει ταυτόχρονα. Πικρή συνειδητοποίηση ότι το σπίτι μου που δεν μου ανήκει, μέσα στο οποίο τώρα ζουν κάποιοι άλλοι άνθρωποι μια άλλη οικογένεια, με προσκαλεί αλλά σε λίγο θα πρέπει να φύγω διότι δεν γίνεται να μείνω..

Mου θυμίζει ένα επαναλαμβανόμενο όνειρο που είχα λίγο μετά την Τουρκική εισβολή. Ήμουν μέσα σε ένα αυτοκίνητο μαζί με πολλά άλλα παιδιά από την Αμμόχωστο και κατευθυνόμασταν από την Λάρνακα που τότε μέναμε όλοι, προς την Αμμόχωστο. Είχαμε λοιπόν συμφωνήσει όλα τα παιδιά, να είμαστε πολύ προσεκτικοί διότι τότε τα πράγματα ήτανε πολύ πιό άγρια με τους γκρίζους λύκους στα κατεχόμενα, μπορούσε να μας έπιαναν, και να μας εκτελούσαν αφού πρώτα μας λιντσάριζαν. Έπρεπε λοιπόν να είμαστε προσεκτικοί. Με την ψυχή στο στόμα κάθε φορά, φτάναμε όλα τα παιδιά στην Αμμόχωστο (στο όνειρο μου), περνούσαμε από τα σπίτια όλων των παιδιών και κάποια στιγμή πάντα όταν φτάναμε στο δικό μου σπίτι, πάντα μας ανακάλυπταν από τον Τουρκικό στρατό και άρχιζαν να μας κυνηγούν όπως τότε όταν στην πραγματικότητα φεύγαμε κατά την πρώτη φάση της εισβολής, όταν μας βομβάρδιζαν τα τουρκικά αεροπλάνα που τρέχαμε για να γλυτώσουμε η γιαγιά μου, ο παππούς μου, η αδελφή μου, η μητέρα μου και εγώ, μέσα σε χαντάκια. Πίσω στ’ όνειρο: μόλις λοιπόν μας ανακάλυπταν, έπρεπε να τρέξουμε γιά να γλυτώσουμε. Η πραγματικότητα και το όνειρο είχαν γίνει ένα. Καμμία «πράσινη γραμμή» δεν τα ξεχώριζε.


Τι είναι αυτό που θυμηθήκατε βλέποντας πάλι το σπίτι σας;

Είναι δύσκολο να περιγραφεί αυτή η στιγμή. Μοιάζει σαν να πέφτει ξαφνικά η καρδιά μου σε βάθη απύθμενα και αμέσως μετά σαν να πετάω σε ουρανούς υπέροχους οικείους και φιλόξενους εκεί όπου βρίσκεται το πεδίο των απεριορίστων δυνατοτήτων, όπου μόνο τα όμορφα συμβαίνουν.
 


Πώς σας υποδέχτηκαν οι άνθρωποι που διαμένουν σ’ αυτό;

Με καλοσύνη και με μιά αγκαλιά. Είναι και αυτοί πρόσφυγες από την Λάρνακα. 
 

Τι είναι αυτό που σας λείπει σήμερα περισσότερο απ΄ όσα αφήσατε πίσω;

Η Αλέξια παιδί. Συχνά νοιώθω ότι την εγκατέλειψα εκεί στα χαλάσματα και στην θάλασσα της Αμμοχώστου. Μαζί με την μικρή Αλέξια έμεινε πίσω και μέρος της Φωνής της/μου. Πριν από 5 χρόνια, είχα επισκεφθεί την πόλη μου. Ήταν μιά ημέρα κατά την οποία είχαν έρθει πολλοί Αμμοχωστιανοί λόγω της γιορτής του Αγίου Πνεύματος. Περπατούσα εκεί στην θάλασσα της όταν δίπλα γινόταν η γιορτή. Με αναγνώρισαν, με φώναξαν και με κάλεσαν να τραγουδήσω, δεν ήθελα αλλά επέμεναν τόσο οι μουσικοί που έπαιζαν εκεί όσο και το κοινό που αποτελείτο από Αμμοχωστιανούς, που απεδέχθηκα από ευγένεια και ανέβηκα να τραγουδήσω. Όταν άρχισα να τραγουδώ ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΣΑ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΦΥΓΑΜΕ ΚΑΙ ΓΙΝΑΜΕ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ! Άρχισα τότε να λέω στο κοινό: «τραγουδώ στο Βαρώσι (άλλη ονομασία γιά την Αμμόχωστο), τραγουδώ στο Βαρώσι.. Θεέ μου γιά πρώτη φορά.. ! » και άρχισα να κλαίω ακατάπαυστα. Αγκάλιαζα και με αγκάλιαζαν γνωστοί και άγνωστοι και παρηγορούσαμε ο ένας τον άλλον.


Πιστεύετε πως θα έρθει η μέρα της δικαίωσης, η μέρα που θα επιστρέψετε στην πατρική γη;

Ναί. Το πιστεύω. Πρέπει, χρειάζεται να το πιστεύω ώστε να γίνει.


Πώς πιστεύετε ότι εμείς τα παιδιά μπορούμε να συνεισφέρουμε σ’ αυτό, σε μια ελεύθερη Κύπρο;

Σας ευχαριστώ γιά το ενδιαφέρον και γιά την πρόθεση και επιθυμία σας να βοηθήσετε. Η καλύτερη συνεισφορά σας ώστε η Κύπρος να είναι ελεύθερη είναι φροντίσετε εσείς οι ίδιοι να δημιουργήσετε, να δομήσετε την ύπαρξη σας με τέτοιο τρόπο ώστε να είσαστε εσείς οι ίδιοι πρώτα ελεύθεροι.

Να καλλιεργείτε την ψυχή και το πνεύμα σας με Μουσική ποιότητος, με την επιλογή ποιοτικών σκέψεων και πράξεων, με το να ζείτε υποστηρίζοντας την Αυθεντική σας φύση σπουδάζοντας μιά σπουδή που σας ενθουσιάζει και όχι που σας πρότειναν ως την πιό προσοδοφόρα, με το να αποφασίσετε ότι θα επιλέγετε την χαρά σε όλα τα επίπεδα διότι από ιδίαν πείρα γνωρίζω ότι η χαρά, το να επιλέξω να είμαι χαρούμενη είναι δική μου ευθύνη και επιλογή. Θέλω πολύ να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι όλα τα κακώς κείμενα είναι δική μας ευθύνη να τα αλλάξουμε ένα βήμα κάθε φορά. Βεβαίως θα χρειαστεί “to choose our battles wisely” να επιλέγουμε δηλαδή ποιές είναι πραγματικά οι μάχες μας ώστε να μπορούμε να τις κερδίζουμε. Μετά αφού γνωρίσετε κάθε υπόθεση εις βάθος, να είσαστε ακριβοδίκαιοι. Έτσι θα συνεισφέρετε ουσιαστικά στην Κύπρο μας, στην Ελλάδα μας αλλά και σε όποια κοινωνία αποφασίσετε να ζήσετε.

Σας ευχαριστώ και θα χαρώ να σας γνωρίσω όλους από κοντά.

bottom of page